Σάββατο, Ιανουαρίου 12, 2019

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ.....




ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΞΕΚΑΘΑΡΑ Η ΤΥΧΟΝ  ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ  ΣΗΜΕΡΙΝΗ  ΚΗΒΕΡΝΗΣΗ....

1. Καίτοι το «σκοπιανό» εκκρεμεί από τη δεκαετία του ΄90, η διευθέτηση των σχέσεων με τη γειτονική χώρα, ιδίως το ονοματολογικό, δεν είχε περιληφθεί στο προεκλογικό πρόγραμμα του Σύριζα πριν από τις εκλογές του 2015 και συνεπώς δεν ήταν γνωστές οι προθέσεις του προέδρου του. Άρα, για τη χρήση της λέξης «Μακεδονία», η τότε υπερψήφιση του ως άνω κόμματος δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως κατάφαση του εκλογικού σώματος στην κυβερνητική αντιμετώπιση και του ζητήματος αυτού, όπως θα ήθελε ο Σύριζα, το οποίο πολύ αργότερα ανέδειξε το πρώτον η κυβέρνηση Τσίπρα χωρίς τον Π. Καμμένο, με κύριο δε θέμα διαπραγμάτευσης το ονοματολογικό (σύνθετη ονομασία με τη λέξη Μακεδονία-μακεδονικός).

2. Δοθέντος, λοιπόν, ότι ολόκληρη η βόρεια Ελλάδα, δηλαδή περίπου το ένα τρίτο της χώρας, ονομάζεται ανέκαθεν Μακεδονία (ανατολική-κεντρική-δυτική), η έναρξη συνομιλιών, με μοναδικό θέμα το ονοματολογικό, προφανώς αποτελεί – ενόψει και των διαρκώς επαναλαμβανόμενων οξύτατων διαμαρτυριών διανοούμενων, συλλόγων και πολυπληθών συλλαλητηρίων που συνεχώς διοργανώνονται σ’ ολόκληρη την Ελλάδα – «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας», που ουδείς εχέφρων δύναται να αμφισβητήσει.

3. Ακριβώς, όμως, για την αντιμετώπιση αυτού του θέματος, που τώρα το πρώτον τέθηκε από την παρούσα Κυβέρνηση – κατ’ ουσίαν πρόκειται περί προσωπικής μειοψηφικής επιλογής του πρωθυπουργού, αφού και ο μικρός κυβερνητικός εταίρος καταγγέλλει διαρκώς την αποδοχή του όρου «Μακεδονία» ως απαράδεκτη – το Σύνταγμα ορίζει, στο άρθρο 41 παρ.2, τα εξής: «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διαλύει τη Βουλή, με πρόταση της Κυβέρνησης που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για ανανέωση της λαϊκής εντολής, προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Αποκλείεται η διάλυση της νέας Βουλής για το ίδιο θέμα».


4. Αφού λοιπόν η Κυβέρνηση αποφάσισε αίφνης (εξ ιδίας πρωτοβουλίας ;) να λύσει το Σκοπιανό, όφειλε να τηρήσει την παραπάνω συνταγματική διάταξη (ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, «Βουλή στις 5-7-2018», χαρακτήρισε το ονοματολογικό ως «κρίσιμο εθνικό θέμα», βλ. «Καθημερινή», 6-7-2018, σελ. 3) και όχι να το πράξει ερήμην του Λαού. 
Το ότι δε το ζήτημα αυτό είχε τεθεί αλλά είχε μείνει άλυτο και κατά το παρελθόν, δεν σημαίνει ότι έχει παύσει να αποτελεί «εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας». 
 Ήταν λοιπόν υποχρεωμένη η Κυβέρνηση να προτείνει στον ΠτΔ – και εδώ η αρμοδιότητα του Προέδρου είναι δεσμευτική και όχι δυνητική όπως ορίζετε στο Σύνταγμα πριν από την αναθεώρηση του 1986 – τη διάλυση της Βουλής, ώστε ενόψει των σχετικών προτάσεων που υποχρεωτικώς έπρεπε να διατυπώσουν προεκλογικά τα διεκδικούντα την εξουσία κόμματα, να υπερψηφισθεί εκείνο που κατά την κρίση του εκλογικού σώματος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει, κατά τον καλύτερο για το ελληνικό έθνος τρόπο, το ανακύψαν ζήτημα.

5. Ήταν δε προς τούτο υποχρεωμένη η Κυβέρνηση και για τον πρόσθετο και σπουδαίο λόγο ότι την παραμονή της στην εξουσία την οφείλει σε ένα δεξιό κομματίδιο που τάσσεται ευθέως κατά της χρήσης του όρου «Μακεδονία». Δεν το έπραξε όμως, διότι θα έχανε πρόωρα την εξουσία και έτσι διαπραγματεύθηκε χωρίς να γνωρίζει εν προκειμένω τις θέσεις του κυρίαρχου Λαού. 
Από την άποψη λοιπόν αυτή υπάρχει παράβαση του άρθρου 41 παρ.2 Σ, διότι η Κυβέρνηση ενήργησε αυτόνομα και χωρίς την εμπιστοσύνη της Βουλής, αφού σ’ αυτήν διέθετε μόνον 145 βουλευτές. Άρα η Κυβέρνηση, μόνη αυτή, έκρινε ότι το ονοματολογικό δεν ήταν εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας! 
Αυτόν ακριβώς το λόγο είχε επικαλεστεί τον Σεπτέμβριο του 1993 η Κυβέρνηση Μητσοτάκη και ζήτησε τη διάλυση της Βουλής από τον τότε ΠτΔ, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα των σχέσεων με τη Δημοκρατία των Σκοπίων, όπερ και εγένετο.

6. Περαιτέρω, η Συμφωνία αυτή, που υπεγράφη, παρά ταύτα, με τα Σκόπια την 17η Ιουνίου 2018 μόνον από τον Υπουργό Εξωτερικών Ν. Κοτζιά (προφανώς ο Πρωθυπουργός δεν είχε την άλλως τεκμαιρόμενη εξουσιοδότηση από το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού εν προκειμένω μετέχει σ ’αυτό ο Υπουργός Άμυνας, ο οποίος στο σκοπιανό ασκεί αντιπολίτευση στη Κυβέρνηση!), θα αρχίσει να ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ.3 αυτής, μόνον μετά την γνωστοποίηση της ολοκλήρωσης των εσωτερικών νομικών διαδικασιών και από τα δύο κράτη, δηλαδή για την έναρξη ισχύος προϋποτίθεται η κύρωση και από τις δύο Βουλές, άλλως δεν θα υπάρχει δεσμευτικό κείμενο. Εντυπωσιάζει λοιπόν ότι από τώρα οι σκοπιανοί, αξιωματούχοι και μη, χρησιμοποιούν το επίθετο «μακεδονικός» για την ιθαγένεια και τη γλώσσα τους!

7. Από απόψεως τώρα περιεχομένου, στη Συμφωνία περιλαμβάνονται δεσμευτικές ρυθμίσεις που αφορούν, πλην άλλων, τους τομείς εμπορίου, φορολογίας και οικονομικής συνεργασίας, βλ. άρθρ.1 παρ.3 εδ. θ΄ (εμπορικές ονομασίες και σήματα προϊόντων), άρθρ.9 παρ.1 (οικονομική συνεργασία σε βιομηχανία, επενδύσεις κλπ.), άρθρ.14 παρ.2 (άρση φορολογικών εμποδίων κλπ.). Με τα δεδομένα όμως αυτά, η παρούσα Συμφωνία υπάγεται στη διαδικασία του άρθρου 36 παρ.2 Σ, όπου ορίζεται ότι: «Οι συνθήκες για εμπόριο, φορολογία, οικονομική συνεργασία και συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς ή ενώσεις…..δεν ισχύουν χωρίς τυπικό νόμο που τις κυρώνει». 

Για την απαιτούμενη δε πλειοψηφία η διάταξη αυτή παραπέμπει, εμμέσως πλην σαφώς, στο άρθρ. 28 παρ.3 του Συντ. , αφού εκεί ορίζεται ότι «Η Ελλάδα προβαίνει ελεύθερα, με νόμο που ψηφίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας της, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, δεν θίγει τα δικαιώματα του ανθρώπου….και γίνεται με βάση τις αρχές της ισότητας και με τον όρο της αμοιβαιότητας». Προφανώς, δε, η αντιμετώπιση του ως άνω εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας συνιστά μορφή περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας, εφόσον γίνει δεκτό ότι η λύση του σκοπιανού υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, αφού αυτό διακηρύσσεται συνεχώς από κυβερνητικά χείλη. 

Αν δεν συνέτρεχε σπουδαίο εθνικό συμφέρον, η δικομματική κυβέρνηση προφανώς δεν θα προέβαινε στην υπογραφή της Συμφωνίας. Δεν εφαρμόζεται δε εδώ, όπως υποστηρίζει ο κ. Καμμένος, το άρθρ.28 παρ.2 Σ που αξιώνει όντως 180 βουλευτές, διότι η παράγραφος αυτή αναφέρεται σε αναγνώριση, σε όργανα διεθνών οργανισμών, αρμοδιοτήτων, οι οποίες κατά το Σύνταγμα ασκούνται από ελληνικούς θεσμούς πχ. η Βουλή, δηλαδή πρόκειται περί παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας, αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει εν προκειμένω.

8. Ειδικότερα, από τις διατάξεις του ως άνω άρθρ. 28 παρ.3Σ προκύπτουν τα εξής: Εφόσον η κυβέρνηση διαπραγματεύθηκε την υπογραφή διεθνούς συνθήκης που εμπίπτει στις διατάξεις αυτές, έπρεπε, προ της υπογραφής, να τεκμαίρεται η εμπιστοσύνη της Βουλής, δηλαδή να είναι εξασφαλισμένη η υπερψήφιση της συνθήκης από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών της Βουλής, ήτοι τουλάχιστον από τους 151 βουλευτές, οι οποίοι άλλωστε στηρίζουν την κυβέρνηση. 

Η απαίτηση να υπάρχει τεκμήριο κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης συνάγεται από το άρθρο 28 παρ.3Σ, αφού αυτό αξιώνει εν προκειμένω την αυξημένη πλειοψηφία τουλάχιστον 151 βουλευτών, προϋποθέτει, δηλαδή, ότι τουλάχιστον αυτοί θα υπερψηφίσουν την συνθήκη.
 Τέτοιο όμως τεκμήριο που το Σύνταγμα το αξιώνει δεν υπάρχει διόλου, αφού η κυβέρνηση είναι δικομματική και ο μικρότερος εταίρος, που με τους βουλευτές του τη στηρίζει κοινοβουλευτικά, αρνείται εκ προοιμίου να υπερψηφίσει τα υπό διαπραγμάτευση μέτρα. Στην περίπτωση αυτή, η μελλοντική εμπιστοσύνη της Βουλής δεν είναι διόλου δεδομένη, άρα σχετικό τεκμήριο δεν υφίσταται. 
Πράγματι, πώς θα επιτύχει η κυβέρνηση την από το Σύνταγμα απαιτούμενη απόλυτη πλειοψηφία (διότι άλλως κύρωση δεν υπάρχει) όταν, κατά τη διαδικασία της κύρωσης, η μεν αντιπολίτευση σύσσωμη αποχωρήσει, το δε σχετικό νομοσχέδιο καταψηφισθεί, όπως συνεχώς διακηρύσσεται, από το μικρότερο κόμμα που στηρίζει την κυβέρνηση, μετέχοντας σ’ αυτήν; Στην ειδική αυτή περίπτωση δεν υφίσταται καν τεκμήριο ότι η Βουλή θα στηρίξει την κυβέρνηση για το συγκεκριμένο ζήτημα. Άρα, υπάρχει εν προκειμένω παράβαση και του άρθρ.28 παρ.3 του Συντάγματος.

9. Παρά ταύτα, η κυβέρνηση Σύριζα, χωρίς ΑΝΕΛ, προχώρησε στην υπογραφή της Συμφωνίας και το πιθανότερο είναι ότι η Βουλή θα καταψηφίσει τα συμφωνηθέντα μέτρα, εκτός και αν η κυβέρνηση επιτύχει άλλες συμμαχίες από τον χώρο της αντιπολίτευσης, που πολιτικά είναι τελείως αβέβαιο. 
Αν η συνθήκη καταψηφισθεί, αυτή δεν έχει καμία ισχύ, κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρ.36 παρ.2Σ, αφού ελλείπει ο τυπικός κυρωτικός νόμος. 

Εν προκειμένω, την απόφαση της ελληνικής δικομματικής κυβέρνησης να υπογράψει τη Συμφωνία για την ονομασία του κράτους των Σκοπίων δεν τη στηρίζει καθόλου η πλειοψηφία της Βουλής, αφού και το κόμμα των ΑΝΕΛ δηλώνει ότι θα την καταψηφίσει. 

Εφόσον, λοιπόν, εξαρχής ελλείπει το αναγκαίο τεκμήριο της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης που αξιώνει το Σύνταγμα, η κυβέρνηση δεν μπορούσε να διαπραγματευθεί και πολύ περισσότερο να προχωρήσει για το ονοματολογικό (ζήτημα το οποίο προφανώς υπαγορεύεται από σπουδαίο εθνικό συμφέρον, βλ. άρθρ.28 παρ.3Σ), στην υπογραφή της συνθήκης, η οποία τυπικά θα δημιουργεί προς τα έξω πρόβλημα για τη χώρα μας, από απόψεως αξιοπιστίας και δέσμευσης, ενώ στο εσωτερικό θα είναι ένα κείμενο χωρίς καμία ισχύ. 

Ελλείποντος, λοιπόν, του παραπάνω τεκμηρίου, δεν υπάρχει κοινοβουλευτική νομιμοποίηση του πρωθυπουργού να διαπραγματεύεται κείμενα που εκθέτουν διεθνώς τη χώρα μας, αφού δεν είναι βέβαιο ότι αυτά θα κυρωθούν τελικά με νόμο. 

Μόνον σε αυταρχικό καθεστώς, το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» υπερισχύει του Συντάγματος.

ΤΕΛΙΚΑ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΧΩΡΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΥΝΤΑΓΜΑ  Η' ΟΧΙ ???
ΕΙΝΑΙ ΣΥΜΜΟΡΙΑ  ΑΝΘΕΛΛΗΝΩΝ ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΤΟ ΚΑΤΑΠΑΤΟΥΝ  ΠΡΟΣ  ΩΦΕΛΟΣ  ΤΡΙΤΩΝ 
Η' ΟΧΙ ???

ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, 
ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΥ 
ΚΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑ ???